Το 1762 ο φιλόσοφος Ζαν Ζακ Ρουσό έγραψε ένα βιβλίο που λεγόταν «Το Κοινωνικό Συμβόλαιο», και περιλάμβανε κάποιες σκέψεις για το πώς πρέπει να δομείται μια κοινωνία ανθρώπων. Οι ιδέες του δεν ήταν πρωτοφανείς (είχαν συζητηθεί δεκαετίες πριν, μεταξύ άλλων κι από έναν φιλόσοφο συνονόματο χαρακτήρα απ’ το Lost, και χιλιετίες πριν, από τον Πλάτωνα) αλλά η εποχή ήταν κατάλληλη και οι συνθήκες ώριμες και οι ιδέες έπιασαν, και ενέπνευσαν επαναστάσεις και βοήθησαν στην εγκαθίδρυση της δημοκρατίας ως το πολίτευμα των ισχυρών κρατών της Γης, με πρώτες τις ΗΠΑ και τη Γαλλία. Η κυριότερη ιδέα του ήταν η εξής: Για να καταφέρει ο άνθρωπος περισσότερα πράγματα πρέπει να πάψει να είναι μόνος και να συνάψει ένα Κοινωνικό Συμβόλαιο με τους άλλους. Μ’ αυτό το συμβόλαιο συμφωνεί να εγκαταλείψει κάποιες από τις ελευθερίες που είχε ως ζώο μοναχό του στη φύση, και να τις παραχωρήσει στην κυβέρνηση, η οποία απαραίτητα πρέπει να εκπορεύεται από το λαό. Καθώς όλα τα μέλη της Κοινωνίας που έχουν υπογράψει το Συμβόλαιο εγκαταλείπουν τις ίδιες ελευθερίες, και καθώς αναλαμβάνουν όλοι τις ίδιες ευθύνες, είναι ίσοι. Πράγμα που ακούγεται ωραίο στη θεωρία και στην πράξη εξελίχθηκε σε γενικές γραμμές καλά, και οδήγησε την ανθρωπότητα σε θριάμβους όπως η εξάλειψη της πολυομυελίτιδας και το Google.
Σου μιλάω για το 1762 τώρα. Χίλια. Εφτακόσια. Εξήντα. Δύο.
Διακόσια πενήντα χρόνια μετά, το περήφανο Έθνος των Ελλήνων αντέχει ακόμα. Σα μικρό γαλατικό χωριό σε έναν πλανήτη κοινωνικών συμβασιούχων, αντιστέκεται σθεναρά. Ο Έλληνας που προσπερνάει τους πάντες από δεξιά τρέχοντας στη λωρίδα ασφαλείας, που καπνίζει στο γραφείο, που δεν κόβει αποδείξεις στους πελάτες, που παρκάρει στις διαβάσεις των αναπήρων, που «δεν πληρώνει, δεν πληρώνει», που χτίζει αυθαίρετο, που παίρνει φακελάκι, που δίνει φακελάκι, που βάζει το παιδί του με βύσμα στη δουλειά, αυτός ο Έλληνας δεν έχει υπογράψει κανένα συμβόλαιο (εκτός από το Συμβόλαιο με τον Ανδρέα Παπανδρέου το 1981, το οποίο απ’ ό,τι αποδείχτηκε είχε να κάνει με το διορισμό του στο δημόσιο). Δεν έχει εκχωρήσει καμία ελευθερία σε κανένα(νε). Υπάρχει πέρα και πάνω από νόμους και συμβάσεις: Μόνος, αυθύπαρκτος, όπως τα ζώα της ζούγκλας (ξέρω ότι δεν έχουμε ζούγκλα, αλλά τα «ζώα της εύκρατης Μεσογειακής βλάστησης» δεν ακούγεται το ίδιο δραματικό), χωρίς φραγμούς και περιορισμούς.
Δεν είμαστε κοινωνία ανθρώπων –είμαστε ο καθένας μόνος του.
Θα έλεγε κανείς ότι είναι απορίας άξιον το πώς έχουμε αντέξει τόσους αιώνες, αλλά θα έκανε λάθος: Δεν έχουμε αντέξει. Δεν έχουμε αντέξει καθόλου. Πολυεθνικός αναρχικός αχταρμάς για χιλιετίες, άναρχοι υπόδουλοι για αιώνες, είμαστε «ελεύθεροι» μόνο λίγες δεκαετίες τώρα, μέλος μιας ομάδας κρατών που έχουν όλες υπογράψει το κοινωνικό τους συμβόλαιο (οι περισσότερες εδώ και πάρα πολύ καιρό) και παλεύουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να το υλοποιήσουν. Δεν είμαστε χειρότεροι ή πιο ηλίθιοι από αυτούς. Απλά είμαστε από τη ζούγκλα. Κι επειδή ο Ρουσό είχε δίκιο, δεν μπορούμε να πάμε παρακάτω έτσι. Δε γίνεται.
Η κρίση που ζούμε τώρα δεν είναι πρωτόγνωρη. Στο παρελθόν η Ελλάδα έχει ξαναπτωχεύσει, έχει περάσει κατοχές, χούντες, πολέμους, καταστροφές, και όλες αυτές η κρίσεις ήταν αποτέλεσμα της ανυπαρξίας της κοινωνικής συνοχής του πληθυσμού, από την καταστροφή του ’21 μέχρι τον εμφύλιο κι από το 1897 μέχρι την Κύπρο. Τώρα ζούμε άλλη μια καταστροφή, και κυοφορείται ένας ακόμα εμφύλιος, και τα δύο φαινόμενα εκπορεύονται από την ανικανότητά μας να ζήσουμε μαζί.
Υπάρχει, ωστόσο, μια διαφορά.
Ο σύγχρονος Ελληνικός κοινωνικός εμφύλιος θέτει αντιμέτωπους αυτούς που θέλουν την πτώχευση και τη ζούγκλα, κι αυτούς που θέλουν να την καθυστερήσουν όσο περισσότερο μπορούν χωρίς εν τω μεταξύ να αλλάξει τίποτα. Η διαφορά είναι η εξής: Τώρα υπάρχει και μια τρίτη ομάδα.
Πίσω από την αχλη των δακρυγόνων, τις μούτζες των αγανακτισμένων και τα ουρλιαχτά των τηλεπαραθύρων κρύβεται μια άμαχη, σιωπηρή μειοψηφία Ελλήνων που ούτε την πτώχευση θέλουν, ούτε να μείνουν όλα όπως ήταν ονειρεύονται. Είναι οι Έλληνες που θέλουν να σταματήσουν να ζουν στη ζούγκλα. Αυτοί που θέλουν να υπογράψουν το Κοινωνικό Συμβόλαιο.
Βέβαια, δεν είναι αρκετοί ακόμα για να δημιουργείται οποιαδήποτε αισιοδοξία. Ο λαός, η πλειοψηφία, δεν υπογράφει τίποτα –μόνο μουτζώνει. Αλλά ποιος ξέρει. Μπορεί κάποια στιγμή στο μέλλον, ίσως μετά από είκοσι χρόνια, ίσως μετά από πενήντα, να το πάρουν αρκετοί απόφαση. Ίσως να κάτσουμε κάτω μαζί, σαν λαός που επιτέλους βρήκε τα λογικά του, και να υπογράψουμε.
Είμαι εδώ με το στιλό μου και περιμένω. Ελπίζω να το προλάβω.
(από το ιστολόγιο του Θ. Γεωργακόπουλου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου