του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη
Η εποχή μας έχει εκείνα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να τη χαρακτηρίσουν ως «αποκαλυπτική». Ο Αρμαγεδδών μιας επαπειλούμενης χρεοκοπίας στοιχειώνει τον ύπνο, αλλά και τον ξύπνιο, πολιτικών και πολιτών και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα πλημμυρίζει από διαθέσεις περί του «επικείμενου τέλους» του συστήματος, αλλά και την εμφάνιση του «σωτήρα».
Σε μια χώρα όπου η ορθόδοξη Εκκλησία επί αιώνες καλλιέργησε στην ατομική μα και συλλογική συνείδηση την ιδέα της εξ Αποκαλύψεως σωτηρίας, δεν είναι καθόλου παράξενο που σε μια τόσο ταραγμένη και γεμάτη ανασφάλειες εποχή, οι εσχατολογικές διαθέσεις βρίσκουν γόνιμο έδαφος για να ανθίσουν.
Η μακρόχρονη μαθητεία αλλά και η γαλούχηση γενεών ολόκληρων σε αυτή την παράδοση, διαμόρφωσε ιστορικά αρχέτυπα – στερεότυπα, τα οποία, δίχως τη βάσανο του ορθού λόγου, προσφέρουν εύκολες απαντήσεις και «ιδανικές λύσεις».
Ιδιαίτερα πρόσφορο εργαλείο για αυτό είναι η γραμμική αντίληψη του χρόνου. Η αντίληψη δηλαδή που θέλει την πορεία της ιστορίας να έχει αρχή, μέση και τέλος. Μια αρχή με την σπορά της ιδέας, μια μέση με την καλλιέργεια της και ένα τέλος με την εγκαθίδρυσή της ως ιδανική κοινωνία. Είναι μια παράδοση με καθαρά ιουδαϊκά χαρακτηριστικά, τα οποία μπολιάστηκαν με μεγάλη επιτυχία στο χριστιανισμό, ο οποίος στη συνέχεια κατέλαβε τα μυαλά και τις καρδιές των ανθρώπων του Δυτικού κόσμου.
Κι ενώ στη Δύση με την Αναγέννηση επανήλθε, μετά από το διάλειμμα του Μεσαίωνα, ο ορθός λόγος και ο άνθρωπος ως άτομο – πολίτης, στο επίκεντρο της προσοχής και της φροντίδας του πολιτισμού, στην καθ’ ημάς Ανατολή, ο κόσμος εξακολουθούσε να περιστρέφεται γύρω από την εξ Αποκαλύψεως αλήθεια και σωτηρία και ο άνθρωπος παρέμενε εκτός του κόσμου τούτου. Είναι γνωστές, άλλωστε, οι συνέπειες της διένεξης Ενωτικών - Ανθενωτικών για τις τύχες αυτής της περιοχής και το κατά πόσο επηρεάστηκαν οι εξελίξεις σ’ αυτή τη γωνιά του κόσμου.
Η αναμονή του ξανθού γένους του Βορρά που θα απελευθερώσει τους σκλαβωμένους αδελφούς, ήταν ένα από κυρίαρχα σημεία της ιδεολογίας του τελευταίους δύο αιώνες της Τουρκοκρατίας. Το νέο ελληνικό κράτος γεννήθηκε χάρη στη σωτήρια παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής εκείνης στη ναυμαχία του Ναβαρίνου. Η δε πολιτική ζωή του νέου κρατιδίου στην άκρη της Βαλκανικής χερσονήσου στιγματίστηκε από τη δράση των κομμάτων, η ονομασία των οποίων πρόδιδε αμέσως την πρόσδεση τους στο άρμα της εξωτερικής πολιτικής της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας. Παράλληλα, η δράση αμφίρροπων δυνάμεων, που από τη μια πλευρά έτειναν προς τη Δύση και από την άλλη προς την Ανατολή, καθήλωσαν τη χώρα στη καθυστέρηση και στη μεσοβέζικη ιδιόρρυθμη κατάσταση, όπου επικράτησαν οι προνεωτερικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης με τις «φάρες», τις «φατρίες» και, πολλές φορές τις «συμμορίες». Οι δύο βασικές προσπάθειες εκσυγχρονισμού της χώρας, μία με τον Καποδίστρια και μία με την περίοδο της λεγόμενης Βαυαροκρατίας, κατέληξαν σε αποτυχία, γιατί οι οργανωμένες αντιδράσεις των φατριών αποδείχθηκαν πολύ ισχυρές. Η κυριαρχία του αγροτικού τομέα στην οικονομία της χώρας δεν επέτρεψε τη δημιουργικά εθνικής τάξης, πράγμα που είχε ολέθριες συνέπειες στην πρόοδο της και τη δημιουργία ενός πολιτισμικού χάσματος ανάμεσα σ’ αυτή και τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.
Σήμερα ως εκ θαύματος, εξακολουθούν όχι μόνο να επιβιώνουν αλλά και να δεσπόζουν στην κοινωνική ζωή, οι προνεωτερικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Η απουσία του ορθολογισμού σε όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες, με προεξάρχουσα εκείνης της πολιτικής, είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Όπου κι αν γυρίσει να κοιτάξει κανείς θα δει ότι ζουν και βασιλεύουν οι «δεσμοί αίματος», είτε πρόκειται για άμεσες συγγενικές σχέσεις, είτε για εξ αγχιστείας (κομματικές κατά βάση) σχέσεις. Η οργάνωση του κράτους στηρίζεται σε τέτοιου είδους σχέσεις, όπου ο φατριασμός, η ευνοιοκρατία και ο νεποτισμός είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της. Ουσιαστικά πρόκειται για την επικυριαρχία του αξιακού συστήματος της πολιτικής φεουδαρχίας, μόνο που την θέση των παλαιών κομματαρχών, πήραν οι κομματικές οργανώσεις των προσωποκεντρικών κομμάτων που εναλλάσσονται στην εξουσία με υποδειγματική επετηρίδα.
Το κλίμα των ημερών είναι καθαρά εσχατολογικό. Το μεν πολιτικό σύστημα γνωρίζει πως οι μέρες του, έτσι όπως είναι διαμορφωμένο μέχρι σήμερα, είναι μετρημένες, η δε κοινωνία περιμένει ένα σωτήριο τέλος σε όλα αυτά που την πλήγωσαν, που τη ματώνουν, που την εξωθούν στην απελπισία. Και οι δύο γνωρίζουν ότι το πολυπόθητο και λυτρωτικό τέλος θα συντελεσθεί εντός της ιστορίας και όχι εκτός αυτής. Με άλλα λόγια, τα έσχατα δεν θα είναι παρά μια νέα αρχή, διαφορετική σίγουρα, με άγνωστα όμως τα χαρακτηριστικά της.
Η εσχατολογία αυτή δεν έχει κοινά χαρακτηριστικά εντός του κοινωνικού συνόλου.
Υπάρχει ένα τμήμα της κοινωνίας που ευαγγελίζεται τη ριζική αλλαγή πολιτεύματος και καθεστώτος, με την εγκαθίδρυση μιας νεφελώδους «άμεσης δημοκρατίας», δίχως, παρόλα αυτά να μας λέει τι θα γίνει με την αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία. Κρυφή ατζέντα; Ο καιρός θα δείξει.
Υπάρχει ένα άλλο τμήμα της κοινωνίας, ολιγομελές, που επιδιώκει την εκ βάθρων ανασυγκρότηση της κοινωνίας και την εγκαθίδρυση καθεστώτος που έχει καταδικαστεί από την ίδια την ιστορία και τους λαούς. Η τάση αυτή θέλει τη χώρα να εξέρχεται των διεθνών οργανισμών, στους οποίους μετέχει σήμερα, την επαναφορά της δραχμής ως νόμισμα, την καθιέρωση κανόνων προστατευτισμού της οικονομίας και την καθιέρωση αρχών και κανόνων συλλογικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Περιμένει όμως και αυτό το τέλος.
Υπάρχει ένα άλλο τμήμα της κοινωνίας, με νεφελώδεις προτάσεις για αλλαγή των πάντων, δίχως όμως συγκεκριμένο περιεχόμενο ως προς τον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας. Το τμήμα αυτό είναι το πιο έτοιμο απ’ όλα να δεχτεί το «τέλος», δεν είναι όμως προετοιμασμένο για τη νέα αρχή.
Υπάρχει, τέλος, ένα άλλο τμήμα που βουβό παρακολουθεί την εξέλιξη των γεγονότων. Με τη σκέψη μουδιασμένη από τις κατακλυσμιαίες αλλαγές, προσπαθεί να προσανατολιστεί στην εποχή, αναζητάει νέες σταθερές και συντεταγμένες ώστε να καθορίσει τη θέση και τη σχέση του με τον κόσμο που φεύγει και τον κόσμο που ανατέλλει, αλλά δεν βρίσκει κανένα στήριγμα πουθενά. Αυτοί είναι οι περισσότεροι.
Μέσα σ’ αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι πολύ εύκολο να διατυπωθούν και να γνωρίσουν ευρύτατη διάδοση διάφορες «σωτηριολογικές» θεωρίες.
Πρώτη και καλύτερη είναι η «σωτηριολογική» θεωρία περί Μνημονίου και Μεσοπρόθεσμου σχεδίου σωτηρίας της οικονομίας και της χώρας. Εδώ δε χρειάζεται να επιστρατεύσουμε πολλά επιχειρήματα περί της πλήρους αποτυχίας και των δύο. Συνυφασμένη άρρηκτα με αυτή είναι ο αντίποδας της, η θεωρία που ισχυρίζεται πως αν «διαγραφεί το απεχθές χρέος» όλα ως δια μαγείας θα διορθωθούν. Και οι δύο αυτές θεωρίες, παρά το γεγονός ότι εκκινούν από διαφορετικές αφετηρίες, ουσιαστικά, υπερασπίζονται το παλαιό και φθαρμένο καθεστώς, όπου κυρίαρχο ρόλο έχει ο Λεβιάθαν του σύγχρονου κράτους και οι «πολίτες» - υπήκοοι, απλά απολαμβάνουν τα αγαθά που εκείνο με τρόπο «σοφό» διανέμει.
Μια δεύτερη «σωτηριολογική» θεωρία που γνωρίζει μεγάλες πιένες στις μέρες μας είναι εκείνη που θέλει «τους ξένους να μην αφήνουν την Ελλάδα να χρεοκοπήσει», επειδή αυτό, τάχα ορίζει το συμφέρον τους. Δύσκολα όμως θα βρει κάποιον εχέφρονα δανειστή που θα ήταν πρόθυμος να συνεχίζει να δανείζει σε κάποιον, γνωρίζοντας ότι ποτέ δεν θα του επιστραφούν τα χρήματά του.
Η τρίτη «σωτηριολογική» αυταπάτη συνδέεται με τα «καλά και αγαθά» αισθήματα που τρέφουν η διάδοχος του ξανθού γένους του Βορρά, Ρωσία και η γόνος ενός αρχαιοτάτου και πάντα φιλικού προς τον ελληνικό, πολιτισμού Κίνα, οι οποίες είναι πρόθυμες να μας «δανείσουν τεράστια ποσά με πολύ μικρά επιτόκια» προκειμένου να ξωπετάξουμε τους «ξένους καταχτητές και τους δωσίλογους». Πολύ καλό για να είναι αληθινό δε νομίζετε;
Μια ακόμη «σωτηριολογική» θεωρία θέλει το υπέδαφος της Ελλάδας να κρύβει τεράστιους θησαυρούς, η εκμετάλλευση των οποίων θα την καταστήσει κάτι σαν τα Αραβικά Εμιράτα. Ακόμη κι αν έτσι έχουν τα πράγματα, κανείς δε μπαίνει στον κόπο να εξηγήσει στους πιστούς αυτής της θεωρίας ότι η εκμετάλλευση του υπεδάφους είναι μια μακροχρόνιας απόδοσης επένδυσης, ενώ οι δόσεις των δανεικών «τρέχουν» άμεσα.
Δεν θα πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας, η τάση ολιγομελών ομάδων των δύο άκρων του πολιτικού συστήματος, εκ των οποίων η μία, επιδιώκει την επαναφορά του συστήματος διακυβέρνησης του «ενός και ισχυρού ανδρός, ενώ η δεύτερη φαντασιώνεται «λαϊκές εξουσίες» και «πεφωτισμένες πρωτοπορίες». Και οι δύο ζουν και αναπνέουν με τη συλλογική φαντασίωση της ρεβάνς, ενός «τρίτου γύρου», ενός «οριστικού ξεκαθαρίσματος των λογαριασμών» που σέρνουν από το μακρινό παρελθόν του εμφυλίου πολέμου.
Τέλος, υπάρχει και η «σωτηριολογική» πρόταση του απομονωτισμού, της δημιουργίας της φτωχής, πλην τίμιας και υπερήφανης Ελλάδας, η οποία μετά την επαναφορά της δραχμής θα καταστεί της «γης το δαχτυλίδι» εν μία νυκτί, άντε μέσα σε 12 μήνες.
Πιστή στις παραδόσεις με τις οποίες γαλουχήθηκε η ελληνική κοινωνία, σε πείσμα του ορθού λόγου, εξακολουθεί να τρέφει εσχατολογικές προσδοκίες και να ελπίζει σε «σωτηριολογικές» παρεμβάσεις ορατών τε και αοράτων δυνάμεων. Η ευνοϊκά διακείμενη προς πάσης φύσεως εξ Αποκαλύψεως αλήθειες και λύσεις ψυχοσύνθεση της, την εμποδίζει να δει το προφανές και αυτονόητο. Το μοντέλο κατέρρευσε γιατί εξάντλησε τα ιστορικά του περιθώρια, γιατί το ίδιο επινόησε, επέβαλε και ενθάρρυνε τις ανωμαλίες, που εν τέλει το υπονόμευσαν και το οδήγησαν στην αργή και βασανιστική του έξοδο από το ιστορικό προσκήνιο.
Ο «Σωτήρας», ο «Παράκλητος», η «εξ Αποκαλύψεως λύση» των προβλημάτων της κοινωνίας είναι ένδειξη πολιτισμικής υστέρησης του τόπου. Είναι η βασική ειδοποιός μας διαφορά από τον Δυτικό κόσμο, τον οποίο τόσο πολύ περιφρονούμε, αλλά τόσο πολύ βιαζόμαστε να μιμηθούμε.
Η σωτηρία της κοινωνίας είναι η ίδια η κοινωνία. Μια κοινωνία οργανωμένη ορθολογικά, αξιοκρατικά. Μια κοινωνία που θα δίνει ευκαιρίες σε όλους. Μια κοινωνία, η οποία θα έχει ως βασικό της μέλημα της εξάλειψη των ελλειμμάτων, είτε πρόκειται για ελλείμματα του προϋπολογισμού, είτε, κυρίως, πρόκειται για ελλείμματα πολιτισμού και συνείδησης. Μια κοινωνία με αξιακό σύστημα που να ενθαρρύνει τη δημιουργία, την πρόοδο, την ευθύνη, - ατομική και συλλογική. Μια κοινωνία, δηλαδή, που δε θα ζει με δανεικά, που δεν θα απλώνει το χέρι, που δεν θα περιμένει «σχέδια Μάρσαλ», «κοινοτικές επιδοτήσεις, και «σχέδια σωτηρίας». Μέχρι να γίνει αυτό η κοινωνία δεν πρόκειται να σωθεί, ακόμη κι αν μέχρι τότε έχουμε προλάβει να γράψουμε ολόκληρες εγκυκλοπαίδειες με εσχατολογικές προσδοκίες και σωτηριολογικές αυταπάτες.
(από το "mediasoup")
Η εποχή μας έχει εκείνα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να τη χαρακτηρίσουν ως «αποκαλυπτική». Ο Αρμαγεδδών μιας επαπειλούμενης χρεοκοπίας στοιχειώνει τον ύπνο, αλλά και τον ξύπνιο, πολιτικών και πολιτών και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα πλημμυρίζει από διαθέσεις περί του «επικείμενου τέλους» του συστήματος, αλλά και την εμφάνιση του «σωτήρα».
Σε μια χώρα όπου η ορθόδοξη Εκκλησία επί αιώνες καλλιέργησε στην ατομική μα και συλλογική συνείδηση την ιδέα της εξ Αποκαλύψεως σωτηρίας, δεν είναι καθόλου παράξενο που σε μια τόσο ταραγμένη και γεμάτη ανασφάλειες εποχή, οι εσχατολογικές διαθέσεις βρίσκουν γόνιμο έδαφος για να ανθίσουν.
Η μακρόχρονη μαθητεία αλλά και η γαλούχηση γενεών ολόκληρων σε αυτή την παράδοση, διαμόρφωσε ιστορικά αρχέτυπα – στερεότυπα, τα οποία, δίχως τη βάσανο του ορθού λόγου, προσφέρουν εύκολες απαντήσεις και «ιδανικές λύσεις».
Ιδιαίτερα πρόσφορο εργαλείο για αυτό είναι η γραμμική αντίληψη του χρόνου. Η αντίληψη δηλαδή που θέλει την πορεία της ιστορίας να έχει αρχή, μέση και τέλος. Μια αρχή με την σπορά της ιδέας, μια μέση με την καλλιέργεια της και ένα τέλος με την εγκαθίδρυσή της ως ιδανική κοινωνία. Είναι μια παράδοση με καθαρά ιουδαϊκά χαρακτηριστικά, τα οποία μπολιάστηκαν με μεγάλη επιτυχία στο χριστιανισμό, ο οποίος στη συνέχεια κατέλαβε τα μυαλά και τις καρδιές των ανθρώπων του Δυτικού κόσμου.
Κι ενώ στη Δύση με την Αναγέννηση επανήλθε, μετά από το διάλειμμα του Μεσαίωνα, ο ορθός λόγος και ο άνθρωπος ως άτομο – πολίτης, στο επίκεντρο της προσοχής και της φροντίδας του πολιτισμού, στην καθ’ ημάς Ανατολή, ο κόσμος εξακολουθούσε να περιστρέφεται γύρω από την εξ Αποκαλύψεως αλήθεια και σωτηρία και ο άνθρωπος παρέμενε εκτός του κόσμου τούτου. Είναι γνωστές, άλλωστε, οι συνέπειες της διένεξης Ενωτικών - Ανθενωτικών για τις τύχες αυτής της περιοχής και το κατά πόσο επηρεάστηκαν οι εξελίξεις σ’ αυτή τη γωνιά του κόσμου.
Η αναμονή του ξανθού γένους του Βορρά που θα απελευθερώσει τους σκλαβωμένους αδελφούς, ήταν ένα από κυρίαρχα σημεία της ιδεολογίας του τελευταίους δύο αιώνες της Τουρκοκρατίας. Το νέο ελληνικό κράτος γεννήθηκε χάρη στη σωτήρια παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής εκείνης στη ναυμαχία του Ναβαρίνου. Η δε πολιτική ζωή του νέου κρατιδίου στην άκρη της Βαλκανικής χερσονήσου στιγματίστηκε από τη δράση των κομμάτων, η ονομασία των οποίων πρόδιδε αμέσως την πρόσδεση τους στο άρμα της εξωτερικής πολιτικής της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας. Παράλληλα, η δράση αμφίρροπων δυνάμεων, που από τη μια πλευρά έτειναν προς τη Δύση και από την άλλη προς την Ανατολή, καθήλωσαν τη χώρα στη καθυστέρηση και στη μεσοβέζικη ιδιόρρυθμη κατάσταση, όπου επικράτησαν οι προνεωτερικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης με τις «φάρες», τις «φατρίες» και, πολλές φορές τις «συμμορίες». Οι δύο βασικές προσπάθειες εκσυγχρονισμού της χώρας, μία με τον Καποδίστρια και μία με την περίοδο της λεγόμενης Βαυαροκρατίας, κατέληξαν σε αποτυχία, γιατί οι οργανωμένες αντιδράσεις των φατριών αποδείχθηκαν πολύ ισχυρές. Η κυριαρχία του αγροτικού τομέα στην οικονομία της χώρας δεν επέτρεψε τη δημιουργικά εθνικής τάξης, πράγμα που είχε ολέθριες συνέπειες στην πρόοδο της και τη δημιουργία ενός πολιτισμικού χάσματος ανάμεσα σ’ αυτή και τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.
Σήμερα ως εκ θαύματος, εξακολουθούν όχι μόνο να επιβιώνουν αλλά και να δεσπόζουν στην κοινωνική ζωή, οι προνεωτερικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Η απουσία του ορθολογισμού σε όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες, με προεξάρχουσα εκείνης της πολιτικής, είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Όπου κι αν γυρίσει να κοιτάξει κανείς θα δει ότι ζουν και βασιλεύουν οι «δεσμοί αίματος», είτε πρόκειται για άμεσες συγγενικές σχέσεις, είτε για εξ αγχιστείας (κομματικές κατά βάση) σχέσεις. Η οργάνωση του κράτους στηρίζεται σε τέτοιου είδους σχέσεις, όπου ο φατριασμός, η ευνοιοκρατία και ο νεποτισμός είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της. Ουσιαστικά πρόκειται για την επικυριαρχία του αξιακού συστήματος της πολιτικής φεουδαρχίας, μόνο που την θέση των παλαιών κομματαρχών, πήραν οι κομματικές οργανώσεις των προσωποκεντρικών κομμάτων που εναλλάσσονται στην εξουσία με υποδειγματική επετηρίδα.
Το κλίμα των ημερών είναι καθαρά εσχατολογικό. Το μεν πολιτικό σύστημα γνωρίζει πως οι μέρες του, έτσι όπως είναι διαμορφωμένο μέχρι σήμερα, είναι μετρημένες, η δε κοινωνία περιμένει ένα σωτήριο τέλος σε όλα αυτά που την πλήγωσαν, που τη ματώνουν, που την εξωθούν στην απελπισία. Και οι δύο γνωρίζουν ότι το πολυπόθητο και λυτρωτικό τέλος θα συντελεσθεί εντός της ιστορίας και όχι εκτός αυτής. Με άλλα λόγια, τα έσχατα δεν θα είναι παρά μια νέα αρχή, διαφορετική σίγουρα, με άγνωστα όμως τα χαρακτηριστικά της.
Η εσχατολογία αυτή δεν έχει κοινά χαρακτηριστικά εντός του κοινωνικού συνόλου.
Υπάρχει ένα τμήμα της κοινωνίας που ευαγγελίζεται τη ριζική αλλαγή πολιτεύματος και καθεστώτος, με την εγκαθίδρυση μιας νεφελώδους «άμεσης δημοκρατίας», δίχως, παρόλα αυτά να μας λέει τι θα γίνει με την αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία. Κρυφή ατζέντα; Ο καιρός θα δείξει.
Υπάρχει ένα άλλο τμήμα της κοινωνίας, ολιγομελές, που επιδιώκει την εκ βάθρων ανασυγκρότηση της κοινωνίας και την εγκαθίδρυση καθεστώτος που έχει καταδικαστεί από την ίδια την ιστορία και τους λαούς. Η τάση αυτή θέλει τη χώρα να εξέρχεται των διεθνών οργανισμών, στους οποίους μετέχει σήμερα, την επαναφορά της δραχμής ως νόμισμα, την καθιέρωση κανόνων προστατευτισμού της οικονομίας και την καθιέρωση αρχών και κανόνων συλλογικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Περιμένει όμως και αυτό το τέλος.
Υπάρχει ένα άλλο τμήμα της κοινωνίας, με νεφελώδεις προτάσεις για αλλαγή των πάντων, δίχως όμως συγκεκριμένο περιεχόμενο ως προς τον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας. Το τμήμα αυτό είναι το πιο έτοιμο απ’ όλα να δεχτεί το «τέλος», δεν είναι όμως προετοιμασμένο για τη νέα αρχή.
Υπάρχει, τέλος, ένα άλλο τμήμα που βουβό παρακολουθεί την εξέλιξη των γεγονότων. Με τη σκέψη μουδιασμένη από τις κατακλυσμιαίες αλλαγές, προσπαθεί να προσανατολιστεί στην εποχή, αναζητάει νέες σταθερές και συντεταγμένες ώστε να καθορίσει τη θέση και τη σχέση του με τον κόσμο που φεύγει και τον κόσμο που ανατέλλει, αλλά δεν βρίσκει κανένα στήριγμα πουθενά. Αυτοί είναι οι περισσότεροι.
Μέσα σ’ αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι πολύ εύκολο να διατυπωθούν και να γνωρίσουν ευρύτατη διάδοση διάφορες «σωτηριολογικές» θεωρίες.
Πρώτη και καλύτερη είναι η «σωτηριολογική» θεωρία περί Μνημονίου και Μεσοπρόθεσμου σχεδίου σωτηρίας της οικονομίας και της χώρας. Εδώ δε χρειάζεται να επιστρατεύσουμε πολλά επιχειρήματα περί της πλήρους αποτυχίας και των δύο. Συνυφασμένη άρρηκτα με αυτή είναι ο αντίποδας της, η θεωρία που ισχυρίζεται πως αν «διαγραφεί το απεχθές χρέος» όλα ως δια μαγείας θα διορθωθούν. Και οι δύο αυτές θεωρίες, παρά το γεγονός ότι εκκινούν από διαφορετικές αφετηρίες, ουσιαστικά, υπερασπίζονται το παλαιό και φθαρμένο καθεστώς, όπου κυρίαρχο ρόλο έχει ο Λεβιάθαν του σύγχρονου κράτους και οι «πολίτες» - υπήκοοι, απλά απολαμβάνουν τα αγαθά που εκείνο με τρόπο «σοφό» διανέμει.
Μια δεύτερη «σωτηριολογική» θεωρία που γνωρίζει μεγάλες πιένες στις μέρες μας είναι εκείνη που θέλει «τους ξένους να μην αφήνουν την Ελλάδα να χρεοκοπήσει», επειδή αυτό, τάχα ορίζει το συμφέρον τους. Δύσκολα όμως θα βρει κάποιον εχέφρονα δανειστή που θα ήταν πρόθυμος να συνεχίζει να δανείζει σε κάποιον, γνωρίζοντας ότι ποτέ δεν θα του επιστραφούν τα χρήματά του.
Η τρίτη «σωτηριολογική» αυταπάτη συνδέεται με τα «καλά και αγαθά» αισθήματα που τρέφουν η διάδοχος του ξανθού γένους του Βορρά, Ρωσία και η γόνος ενός αρχαιοτάτου και πάντα φιλικού προς τον ελληνικό, πολιτισμού Κίνα, οι οποίες είναι πρόθυμες να μας «δανείσουν τεράστια ποσά με πολύ μικρά επιτόκια» προκειμένου να ξωπετάξουμε τους «ξένους καταχτητές και τους δωσίλογους». Πολύ καλό για να είναι αληθινό δε νομίζετε;
Μια ακόμη «σωτηριολογική» θεωρία θέλει το υπέδαφος της Ελλάδας να κρύβει τεράστιους θησαυρούς, η εκμετάλλευση των οποίων θα την καταστήσει κάτι σαν τα Αραβικά Εμιράτα. Ακόμη κι αν έτσι έχουν τα πράγματα, κανείς δε μπαίνει στον κόπο να εξηγήσει στους πιστούς αυτής της θεωρίας ότι η εκμετάλλευση του υπεδάφους είναι μια μακροχρόνιας απόδοσης επένδυσης, ενώ οι δόσεις των δανεικών «τρέχουν» άμεσα.
Δεν θα πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας, η τάση ολιγομελών ομάδων των δύο άκρων του πολιτικού συστήματος, εκ των οποίων η μία, επιδιώκει την επαναφορά του συστήματος διακυβέρνησης του «ενός και ισχυρού ανδρός, ενώ η δεύτερη φαντασιώνεται «λαϊκές εξουσίες» και «πεφωτισμένες πρωτοπορίες». Και οι δύο ζουν και αναπνέουν με τη συλλογική φαντασίωση της ρεβάνς, ενός «τρίτου γύρου», ενός «οριστικού ξεκαθαρίσματος των λογαριασμών» που σέρνουν από το μακρινό παρελθόν του εμφυλίου πολέμου.
Τέλος, υπάρχει και η «σωτηριολογική» πρόταση του απομονωτισμού, της δημιουργίας της φτωχής, πλην τίμιας και υπερήφανης Ελλάδας, η οποία μετά την επαναφορά της δραχμής θα καταστεί της «γης το δαχτυλίδι» εν μία νυκτί, άντε μέσα σε 12 μήνες.
Πιστή στις παραδόσεις με τις οποίες γαλουχήθηκε η ελληνική κοινωνία, σε πείσμα του ορθού λόγου, εξακολουθεί να τρέφει εσχατολογικές προσδοκίες και να ελπίζει σε «σωτηριολογικές» παρεμβάσεις ορατών τε και αοράτων δυνάμεων. Η ευνοϊκά διακείμενη προς πάσης φύσεως εξ Αποκαλύψεως αλήθειες και λύσεις ψυχοσύνθεση της, την εμποδίζει να δει το προφανές και αυτονόητο. Το μοντέλο κατέρρευσε γιατί εξάντλησε τα ιστορικά του περιθώρια, γιατί το ίδιο επινόησε, επέβαλε και ενθάρρυνε τις ανωμαλίες, που εν τέλει το υπονόμευσαν και το οδήγησαν στην αργή και βασανιστική του έξοδο από το ιστορικό προσκήνιο.
Ο «Σωτήρας», ο «Παράκλητος», η «εξ Αποκαλύψεως λύση» των προβλημάτων της κοινωνίας είναι ένδειξη πολιτισμικής υστέρησης του τόπου. Είναι η βασική ειδοποιός μας διαφορά από τον Δυτικό κόσμο, τον οποίο τόσο πολύ περιφρονούμε, αλλά τόσο πολύ βιαζόμαστε να μιμηθούμε.
Η σωτηρία της κοινωνίας είναι η ίδια η κοινωνία. Μια κοινωνία οργανωμένη ορθολογικά, αξιοκρατικά. Μια κοινωνία που θα δίνει ευκαιρίες σε όλους. Μια κοινωνία, η οποία θα έχει ως βασικό της μέλημα της εξάλειψη των ελλειμμάτων, είτε πρόκειται για ελλείμματα του προϋπολογισμού, είτε, κυρίως, πρόκειται για ελλείμματα πολιτισμού και συνείδησης. Μια κοινωνία με αξιακό σύστημα που να ενθαρρύνει τη δημιουργία, την πρόοδο, την ευθύνη, - ατομική και συλλογική. Μια κοινωνία, δηλαδή, που δε θα ζει με δανεικά, που δεν θα απλώνει το χέρι, που δεν θα περιμένει «σχέδια Μάρσαλ», «κοινοτικές επιδοτήσεις, και «σχέδια σωτηρίας». Μέχρι να γίνει αυτό η κοινωνία δεν πρόκειται να σωθεί, ακόμη κι αν μέχρι τότε έχουμε προλάβει να γράψουμε ολόκληρες εγκυκλοπαίδειες με εσχατολογικές προσδοκίες και σωτηριολογικές αυταπάτες.
(από το "mediasoup")
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου