του Νίκου Γραικούση
Στην Ελλάδα του σήμερα κυριαρχεί ένας ιδιότυπος εθνικός διχασμός. Μεταξύ των μνημονιακών και των αντιμνημονιακών. Η ιδιοτυπία οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν δυο αντίπαλες περί αυτού παρατάξεις, αλλά ο κάθε ένας από εμάς, είναι ολίγον μνημονιακός και ολίγον αντιμνημονιακός!
Και αυτό δεν είναι καθόλου παράξενο, αν προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα τι είναι μνημόνιο και ποιος ο σκοπός του. Η δανειακή σύμβαση των 110 δις ευρώ που έχουμε υπογράψει με τους δανειστές μας, συνοδεύεται από ένα μνημόνιο το οποίο περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο θα εξευρεθούν τα χρήματα ώστε να εξυγιανθούμε δημοσιονομικά και να επιστρέψουμε (έντοκα) τα δανεικά. Και ο τρόπος αυτός περιλαμβάνει, τι άλλο, την περιστολή των δαπανών και την αύξηση των εσόδων.
Όχι γενικά και αόριστα, αλλά με την περιγραφή και της πιο παραμικρής λεπτομέρειας και φυσικά θέτει και χρονικό περιορισμό για την επίτευξη του στόχου. Έναν χρονικό περιορισμό, που εξ ορισμού και εκ των προτέρων γνωρίζουν ότι είναι αδύνατος, ακόμα και οι συντάκτες του μνημονίου.
Στη δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας, στην περιστολή των παράλογων δαπανών, στην καταπολέμηση της φοροκλοπής, εισφοροδιαφυγής και φοροδιαφυγής, στο συμμάζεμα του τεράστιου και άκρως αντιπαραγωγικού κράτους και γενικά στην προσπάθεια να πάψουμε να ζούμε με δανεικά, φτιάχνοντας ένα κράτος λειτουργικό, παραγωγικό, αποτελεσματικό, φθηνό και δίκαιο, ποιος μπορεί να έχει αντίρρηση;;;
Το μνημόνιο λοιπόν, όσον αφορά αυτόν τον προσανατολισμό, επιτελεί εθνικό στόχο και για το λόγο αυτό είναι αποδεκτό από την κοινωνία. Αλλά η αποδοχή και η καλή διάθεση μας απέναντί του σταματά εκεί. Γιατί εκεί σταματά και το ίδιο το μνημόνιο, ενώ κανονικά θα έπρεπε να συνεχίζεται και να περιγράφει και άλλα πράγματα.
Όταν συμμαζεύεις μια οικονομία, της δίνεις και τον απαραίτητο χρόνο για να αφομοιώσει τις αλλαγές, για να λειτουργήσουν σε βάθος χρόνου προς όφελός της. Καμιά οικονομία δεν μπορεί να σου αποδώσει νέο πλούτο αν δεν αναπτυχθεί.
Στο μνημόνιο που έχουμε υπογράψει λείπουν αυτά τα δυο πολύ βασικά συστατικά. Ο χρόνος και η ανάπτυξη. Αν υπήρχαν και αυτά τα δύο συστατικά, τότε θα ήταν τρελός ο οποιοσδήποτε Έλληνας θα βρισκόταν απέναντι από το μνημόνιο. Όσες θυσίες και να απαιτούνταν για την υλοποίησή του.
Το μνημόνιο λοιπόν δεν είναι απεχθές, είναι απλά ατελές και ανολοκλήρωτο. Και φυσικά αυτό δεν έγινε τυχαία. Ο υπερδανεισμός της χώρας και η αδυναμία αποπληρωμής των χρεών μας, είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για το απανταχού κεφάλαιο, που εκπροσωπείται πολιτικά από την τρόικα, να έρθει και να κάνει λαμπρές "μπίζνες" στην Ελλάδα. Αγοράζοντας σε εξευτελιστική τιμή και μαζικά, τις έτοιμες υποδομές των φυσικών μονοπωλίων (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, μεταφορές, νερό, λιμάνια, ορυκτό πλούτο, τζόγο κλπ κλπ), αφού υποθηκεύσει προς όφελος και εξασφάλισή του και κάθε άλλη δημόσια περιουσία και φυσικά αφού πρώτα ετοιμάσει ένα εργασιακό τοπίο ιδανικό, με την αποδόμηση κάθε έννοιας εργασιακού και κοινωνικού δικαιώματος. Να λοιπόν ο πραγματικός σκοπός αυτού του ανολοκλήρωτου μνημονίου.
Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν είναι αν δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα το παραπάνω γεγονός ή αντιστεκόμαστε για την ανατροπή του και τη δημιουργία ενός συνολικού σχεδίου εξόδου από την κρίση που θα περιλαμβάνει τον αναγκαίο για αυτό χρόνο, την απαιτούμενη αναπτυξιακή διαδικασία και φυσικά πολλές θυσίες εκ μέρους μας για την υλοποίησή του.
Ένα επικαιροποιημένο μνημόνιο που θα εγγυάται όσο το δυνατό τη κοινωνική συνοχή, την ομαλή μετάβαση στη νέα εποχή, με τη δημιουργία ευκαιριών ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας και όχι ένα μνημόνιο που θα έχει σαν αποτέλεσμα το πλιάτσικο και τη λεηλασία.
Αυτός πρέπει να είναι ο στόχος της εθνικής συναίνεσης και της πολιτικής συνεννόησης, που είναι το ζητούμενο των ημερών και όχι οι διαφωνίες για δυο – τρεις φορολογικούς συντελεστές.
Κλείνω με μια φράση από ένα κείμενο που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο:
"Δεν θα συμπεριφερόντουσαν αυτοί σαν λύκοι, αν εμείς δεν συμπεριφερόμαστε σαν αρνιά"
(από την "Πολιτική Επιθεώρηση")
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου