Πέμπτη 12 Μαΐου 2011

Οι "εντός" και οι "εκτός" του συστήματος

του Τρύφωνα Κολλίντζα*, από το "euro2day"

Σε μία σειρά άρθρων έχω υποστηρίξει ότι ένας χρήσιμος τρόπος για να καταλάβει κάποιος αυτά που γίνονται στην Ελληνική Κοινωνία τα τελευταία χρόνια είναι να την δει απαρτιζόμενη από δύο ομάδες - την ομάδα των «εντός συστήματος» (insiders) και την ομάδα των «εκτός συστήματος» (outsiders) (1).
Οι εντός συστήματος απολαμβάνουν θεμιτά και αθέμιτα οφέλη, ενώ το σύστημα τους προστατεύει από την δική τους τυχόν παραβατική συμπεριφορά, τον ανταγωνισμό και την αξιοκρατία. Εντός συστήματος, για παράδειγμα, λογίζονται: οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο, στις ΔΕΚΟ, στους κλάδους του ιδιωτικού τομέα με έντονη συνδικαλιστική παρουσία ή/και επιδοτήσεις, επιχειρηματίες που προμηθεύουν το Δημόσιο και τις ΔΕΚΟ, επαγγελματίες κλειστών επαγγελμάτων και οι επιχειρήσεις που προστατεύονται από τον ελεύθερο ανταγωνισμό.

Εκτός συστήματος είναι οι υπόλοιποι, που είναι μεν πολύ περισσότεροι αλλά είναι διάσπαρτοι και σε αντίθεση με τους εντός συστήματος, είναι πολύ λίγο ή καθόλου οργανωμένοι όσον αφορά την προάσπιση των συμφερόντων τους.

Εκτός συστήματος, για παράδειγμα, λογίζονται: οι μισθωτοί του μη προστατευόμενου ιδιωτικού τομέα, οι νέοι, οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι, οι οικονομικοί μετανάστες, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, επαγγελματίες που δεν φοροδιαφεύγουν και οι ξένοι που προσπαθούν να υλοποιήσουν άμεσες ξένες επενδύσεις στη χώρα μας. Οι εντός συστήματος επιδιώκουν προσόδους, για τα μέλη των διαφόρων ομάδων τους και μόνο, από το πολιτικό σύστημα και κυρίως την εκάστοτε κυβέρνηση. 

Ως εκ τούτου, τα συμφέροντα των εντός συστήματος και των εκτός συστήματος είναι αντίθετα. Στις αναπόφευκτες κόντρες κερδίζουν, σχεδόν πάντοτε, οι εντός συστήματος.
Ο βασικός λόγος για αυτό είναι ότι έστω και αν αντιλαμβάνονται την προσοδοθηρία (rent seeking) των εντός συστήματος, οι εκτός συστήματος δεν αντιδρούν σε αυτή, γιατί συμπεριφέρονται με βάση την λογική του «Ότι είναι να γίνει θα γίνει και χωρίς εμένα. Άρα, γιατί να πάρω το κόστος εναντίωσης στην όποια δεδομένη προσοδοθηρία;».

Ακόμα περισσότερο σημαντικό για τους σκοπούς αυτού του άρθρου είναι η (αντίθετη) περίπτωση όπου μια κυβέρνηση προσπαθεί να φέρει σε πέρας μια ωφέλιμη μεταρρύθμιση για τους εκτός συστήματος και το κοινωνικό σύνολο, που θίγει τα συμφέροντα των εντός συστήματος (π.χ., την ιδιωτικοποίηση ή την αλλαγή στον οργανισμό μιας ΔΕΚΟ).

Στην περίπτωση αυτή η κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με την λυσσαλέα αντίδραση των τελευταίων, που σχεδόν πάντοτε είναι καλά οργανωμένοι και έχουν προσβάσεις στα ΜΜΕ και ακόμα την ίδια την κυβέρνηση.

Από την άλλη πλευρά, η υπόλοιπη κοινωνία που αποτελείται βασικά από τους εκτός συστήματος, δεν αντιδρά, καθώς τα μεμονωμένα και ανοργάνωτα μέλη της συμπεριφέρονται με βάση τη λογική του «Ότι είναι να γίνει θα γίνει και χωρίς εμένα……». Έτσι, υπερισχύουν οι δυνάμεις της "αδράνειας του status quo" και δεν υλοποιείται η ωφέλιμη μεταρρύθμιση (2).

Μια παρένθεση: Ο αναγνώστης πρέπει να σημειώσει δύο πράγματα. Πρώτον, εδώ δεν υπάρχουν «καλοί» και «κακοί», απλά, η ατομική ή ομαδική συμπεριφορά είναι ορθολογική με βάση τα αντίστοιχα συμφέροντα των εντός και εκτός συστήματος και των πολιτικών.

Δεύτερον, προφανώς, οι περισσότερες μεταρρυθμίσεις ζημιώνουν κάποιους και ωφελούν κάποιους άλλους. Αν, όμως, τα οφέλη μιας δεδομένης μεταρρύθμισης είναι μεγαλύτερα από τις ζημίες, τότε η μεταρρύθμιση αυτή είναι ωφέλιμη για το κοινωνικό σύνολο και στο βαθμό που υπάρχει η πολιτική βούληση και οι κατάλληλες τεχνολογίες, οι ζημιωμένοι θα μπορούσαν να αποζημιωθούν ανάλογα για να αποδεχθούν την μεταρρύθμιση.

Ένα πρώτο τεστ για την θεωρία είναι ότι μπορεί να εξηγήσει την αδυναμία υλοποίησης ωφέλιμων μεταρρυθμίσεων παρά την περί του αντιθέτου ρητορική των πολιτικών, με τα τεράστια κόστη που αυτό συνεπάγεται.

Ο αναπόφευκτος ... "λαϊκισμός" των πολιτικών

Στη Δημοκρατία μας, τα κόμματα εξουσίας για να γίνουν κυβέρνηση έχουν κίνητρο να υιοθετήσουν τις θέσεις του διάμεσου ψηφοφόρου, που ανήκει στην ομάδα των εκτός συστήματος.

Βλέπε, για παράδειγμα, την «επανίδρυση του κράτους» (δηλ., ποιοτικές δημόσιες υπηρεσίες με λιγότερο κόστος), «υπάρχουν λεφτά» (δηλ., εξεύρεση οικονομικών πόρων από τον περιορισμό της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς, την πάταξη της φοροδιαφυγής και την απλούστερη και δικαιότερη φορολόγηση και αναδιανομή του εισοδήματος).

Όταν, όμως, τα κόμματα αυτά γίνουν κυβέρνηση δεν μπορούν να εναντιωθούν στα εμπόδια που προβάλλουν στις μεταρρυθμίσεις οι εντός συστήματος, καθώς, όπως προαναφέρθηκε, κυριαρχούν οι δυνάμεις της αδράνειας του status quo.

Όλο αυτό αντικατοπτρίζεται στο τεράστιο δημοσιονομικό χρέος, στα μόνιμα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (δηλ, τον δανεισμό της χώρας από το εξωτερικό για να καλυφθούν αυτά που καταναλώνουμε και δεν παράγουμε), τον υπερδιπλάσιο πληθωρισμό έναντι αυτού της Ευρωζώνης, την υψηλή διαρθρωτική ανεργία (δηλ, ανεργία που δεν σχετίζεται με τις φάσεις του οικονομικού κύκλου), τις κακές δημόσιες υπηρεσίες υγείας και παιδείας και την ανισοκατανομή του εισοδήματος υπέρ των εντός συστήματος, κα.

Επίσης, αντικατοπτρίζεται στην κοινωνική αναταραχή που ενίοτε φθάνει σε ακραία φαινόμενα αυθαιρεσίας. Της οποίας η ατιμωρησία εκλαμβάνεται σαν ένδειξη ενοχής του πολιτικού συστήματος για την αναποτελεσματικότητα του. Τέλος, αντικατοπτρίζεται στην έλλειψη αξιοπιστίας της χώρας στο εξωτερικό και ιδιαίτερα όσον αφορά τις υποχρεώσεις της χώρας, αναφορικά με την Συνθήκη του Μάαστριχτ.


Πώς οδηγηθήκαμε στο Μνημόνιο

Η μακροχρόνια αναποτελεσματικότητα του πολιτικού μας συστήματος, δεν αφήνει πολλές αμφιβολίες, στο ότι η μόνη λύση είναι μηχανισμοί δέσμευσης που αφενός περιορίζουν την διακριτική ευχέρεια των πολιτικών στις αποφάσεις τους και αφετέρου είναι έτσι σχεδιασμένοι ώστε να προστατεύουν τα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου και κυρίως των εκτός συστήματος.

Ένας τέτοιος μηχανισμός είναι το περίφημο Μνημόνιο, της Ελλάδας με την ΕΕ, ΕΚΤ και το ΔΝΤ, στον οποίο οδηγηθήκαμε μετά την de facto άρνηση των αγορών να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν το Εθνικό μας Χρέος.

Στην ουσία, το Μνημόνιο δεν είναι τίποτα άλλο παρά η εφαρμογή της πεπατημένης της οικονομικής επιστήμης στα προβλήματα που παρουσιάστηκαν παραπάνω. Έτσι, το Μνημόνιο αποσκοπεί στην δέσμευση των πολιτικών να εξαφανίσουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα, να μειώσουν το Εθνικό Χρέος, να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα της χώρας περιορίζοντας την σπατάλη στο δημόσιο, βελτιώνοντας το ανταγωνισμό στις αγορές των προϊόντων και των υπηρεσιών (κλειστά επαγγέλματα) και κυρίως απελευθερώνοντας την αγορά εργασίας από τις ολέθριες συλλογικές συμβάσεις εργασίας και τον θεσμικό προστατευτισμό που εμποδίζουν τις ευέλικτες μορφές εργασίας (3).

Στο τέλος, αυτό που επιδιώκει, αναμφίβολα και για το συμφέρον των δανειστών μας αλλά και αυτών που μοιράζονται κοινούς θεσμούς με εμάς (π.χ., κοινό νόμισμα), είναι να μπει η χώρα σε πορεία βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης.

Οι άλλοι μηχανισμοί δέσμευσης

Το σπουδαιότερο παράδειγμα ενός επιτυχούς μηχανισμού δέσμευσης για την Ελλάδα είναι η ΕΚΤ. Χωρίς αμφιβολία, οι συνθήκες νομισματικής σταθερότητας της τελευταίας δεκαετίας, που έρχονται σε δραματική αντίθεση με την αστάθεια της νομισματικής κατάστασης της χώρας, σχεδόν ολόκληρης της προηγουμένης περιόδου στην ιστορία της, οφείλονται στον θεσμό αυτό.

Η υπό σύσταση Ευχέρεια Δανειοδότησης για την Σταθερότητα του Ευρωπαϊκού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος (EFSF), που θα εκδίδει ομολογιακούς τίτλους με την υψηλότερη πιστοληπτική διαβάθμιση (ΑΑΑ) με σκοπό την χρηματοδότηση των κρατών-μελών της Ευρωζώνης που έχουν δυσκολίες να δανειστούν από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου, στηρίζεται στην ιδέα των μηχανισμών δέσμευσης με δύο τρόπους.

Πρώτον, οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών πρέπει να κοινοποιούν στα αρμόδια όργανα τα βασικά στοιχεία του Προϋπολογισμού τους πριν τους υποβάλλουν στην δική τους Βουλή.

Δεύτερον, σε περίπτωση που ένα κράτος-μέλος υποβάλλει αίτημα για την χρησιμοποίηση της Ευχέρειας Δανειοδότησης θα πρέπει να ακολουθήσει ένα προσυμφωνημένο πρόγραμμα για την λύση των προβλημάτων του (Strict Conditionality). Δηλ., κάποιας μορφής μνημόνιο σαν αυτό που αναφέρθηκε παραπάνω.

Η εξέλιξη αυτή έχει και μια άλλη σημασία για μας και αυτούς που αντιδρούν στο Μνημόνιο για λόγους εθνικής ανεξαρτησίας – τα μνημόνια του ΕFSF θα είναι μηχανισμοί δέσμευσης που όλοι στην Ευρωζώνη από κοινού συμφωνούμε ότι κάτω από ορισμένες συνθήκες θα καθορίζουν την εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική της υπό διάσωση χώρας.

Με βάση την πρόσφατη Ελληνική εμπειρία του συστηματικού εκτροχιασμού των κρατικών προϋπολογισμών, έχει προταθεί η ολική μεταρρύθμιση των διαδικασιών κατάρτισης, έγκρισης, εκτέλεσης και παρακολούθησης των εθνικών προϋπολογισμών (4). Η ιδέα είναι ότι η διαδικασία αυτή πρέπει να γίνεται στη βάση δεσμευτικών κανόνων και με την συμμετοχή ανεξάρτητων (μη κυβερνητικών) φυσικών προσώπων.

Ένας άλλος μηχανισμός δέσμευσης, που έχει τελευταία επανέλθει στην επικαιρότητα, είναι η συνταγματική μεταρρύθμιση για ισοσκελισμένους δομικούς (χωρίς να λαμβάνεται η υπόψη η επίδραση του οικονομικού κύκλου) προϋπολογισμούς.

Τέτοιου τύπου αυτοδεσμεύσεις θα βοηθήσουν και στο να κερδίσει το πολιτικό σύστημα ένα μεγάλο μέρος της χαμένης του αξιοπιστίας. Το τελευταίο, είναι ιδιαίτερα σημαντικό για να χρησιμοποιήσουμε και τις αγορές κεφαλαίων στην υπέρβαση της κρίσης χρέους που περνά η χώρα.

Επίσης, σε υπερεθνικό επίπεδο, το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας (Competitiveness Pact) που φαίνεται ότι προωθούν οι Κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Γερμανίας, βάζει στόχους σε βασικά μακροοικονομικά μεγέθη για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, την δημοσιονομική σταθερότητα και την προώθηση της ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας (επενδύσεις σε έρευνα και τεχνολογία, ανθρώπινο κεφάλαιο και υποδομές) (5).

Επίσης, προωθεί πολιτικές για την προώθηση των παραπάνω desiderata (κατάργηση συστημάτων τιμαριθμικής σύνδεσης μισθών και αμοιβών, αμοιβαία αναγνώριση διπλωμάτων και πτυχίων ικανοτήτων, κοινή βάση φόρου εταιρικών εισοδημάτων, προσαρμογή συνταξιοδοτικών συστημάτων στις δημογραφικές εξελίξεις, εγγραφή στο Σύνταγμα των κρατών-μελών της αρχής του «μηχανισμού προειδοποίησης για το χρέος» και καθιέρωση καθεστώτος διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων).

Αν και η ανάλυση κάθε μιας από τις πολιτικές αυτές θα απαιτούσε ένα ξεχωριστό άρθρο, είναι προφανές ότι αποσκοπούν στην δέσμευση των κρατών - μελών για πραγματική σύγκλιση των οικονομικών συστημάτων της Ευρωζώνης, για την αποφυγή προβλημάτων με «χώρες δύο ταχυτήτων».
Ελπίζω ότι το άρθρο αυτό θα βοηθήσει στην κατανόηση των βαθύτερων λόγων για την αναποτελεσματικότητα του πολιτικού μας συστήματος και θα συμβάλει στην ανάδειξη των μηχανισμών δέσμευσης, σαν τις ενδεδειγμένες θεσμικές αλλαγές, σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο, για την αποφυγή κρίσεων, την μακροχρόνια οικονομική ανάπτυξη και εν τέλει μια καλλίτερη κοινωνία.


1. Βλέπε, για παράδειγμα, Κολλίντζας, Τ. : «Το Χάσμα μεταξύ Λόγων και Έργων», Καθημερινή, 17-12-10.
2. Υπάρχουν και άλλοι λόγοι για την αδράνεια του status quo, όπως οι «μυωπικές» προτιμήσεις των πολιτικών. Βλέπε, Κολλίντζας, Τ.: Η Αδράνεια του Status Quo, Αθήνα: Εκδόσεις Κριτική, 2000.
3. Ειρίστω εν παρόδω, η ιδέα των εντός και εκτός συστήματος πρωτοεμφανίστηκε για να εξηγήσει για ποιο λόγο οι συμβάσεις ενός εργατικού συνδικάτου με την αντίστοιχη εργοδοσία τείνουν να οδηγούν σε υψηλά εισοδήματα για τα μέλη του συνδικάτου, στην ανεργία τους εκτός συνδικάτου δυνητικά απασχολούμενους και σε μικρότερη συνολικά απασχόληση και παραγωγή. Βλέπε, Linbeck, A. and Snower, D.: The Insider – Outsider Theory of Employment and Unemployment, MIT Press, 1989.
4. Kaplanoglou, G. and Rapanos, V. T: “ Fiscal governance and budgetary outcomes”, mimeo, Department of Economics, University of Athens, not dated.
5. Βλέπε, Παπαδημητρίου, Μ.: «Τι Ζητάει το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας», Καθημερινή, 10-02-11.

* Ο Τρύφων Κολλίντζας είναι καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και ερευνητικός εταίρος του Centre of Economic Policy Research του Λονδίνου. Μεταξύ άλλων, έχει διατελέσει γενικός διευθυντής του ΚΕΠΕ, γενικός σύμβουλος του ΙΟΒΕ, μέλος του Οικονομικού Συμβουλίου του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διευθύνων σύμβουλος και πρόεδρος της Attica Bank και διευθύνων σύμβουλος της Proton Bank.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου