Οι καλλιτέχνες απολαμβάνουν μιας ευρύτατης ελευθερίας της έκφρασης, καθώς γίνεται αποδεκτό ότι μέσα από την τέχνη μπορεί να μιλήσει κανείς για ανομολόγητα, βλάσφημα, αποκλίνοντα, αντιδημοφιλή θέματα. Η αφήγηση στην καλλιτεχνική έκφραση ακολουθεί μόνον τους κανόνες της αισθητικής - ή τουλάχιστον με αυτούς τους κανόνες θα πρέπει να προσεγγίζεται από το κοινό, που καλείται να απολαύσει ένα έργο. Η μυθοπλασία, η μεταφορά, η δημιουργία "χαρακτήρων", αλλά και η ειρωνία, η σάτιρα, το αποδομητικό σχόλιο αποτελούν θεμελιώδη φίλτρα που χρησιμοποιούν οι καλλιτέχνες για να μεταπλάσουν την πραγματικότητα, τις ιδέες και τα οράματά τους σε πνευματικό δημιούργημα.
Αναγνωρίζεται έτσι ότι όσα λέγονται σε ένα καλλιτεχνικό έργο δεν μπορούν να εκλαμβάνονται ως κυριολεκτικά. Ένα "βλάσφημο" έργο λ.χ. δεν μπορεί να εμπίπτει στις διατάξεις περί βλασφημίας, γιατι ο καλλιτέχνης εξ ορισμού χρησιμοποιεί μια μετα-γλώσσα ανοιχτή σε πάμπολλες ερμηνείες. Ένα "σεξιστικό" έργο μπορεί να χρησιμοποιεί μια απαράδεκτη γλώσσα ακριβώς για να καταδικάσει τις στερεοτυπικές συμπεριφορές σε μια κοινωνία. Ένα "αντεθνικό" έργο μπορεί να επιδιώκει τον αναστοχασμό στο θέμα των πάσης φύσεως πατριωτικών μύθων. Οι καλλιτέχνες μπορούν να χρησιμοποιούν μια γλώσσα που προσβάλλει, που σοκάρει, που δεν είναι ανεκτή σε έναν καθημερινό δημόσιο λόγο.
Όταν όμως, έξω από το πλαίσιο της τέχνης τους, οι καλλιτέχνες εμφανίζονται ως διανοητές και τοποθετούνται δημόσια για γενικότερα θέματα, θα κριθούν όπως κάθε πολίτης που έχει την - ευρύτερη ή στενότερη - επιρροή στο δημόσιο λόγο. Ο δημόσιος λόγος εκτός από ατομικό δικαίωμα είναι και μια μορφή ενάσκησης εξουσίας (βλ. εδώ). Οποιοσδήποτε μιλάει δημόσια, έχει το καθήκον να ασκεί αυτή την εξουσία μέσα στο πλαίσιο της ευθύνης που καθένας έχει απέναντι στην κοινωνία στην οποία απευθύνεται και της οποίας είνα μέλος. Είναι αυτονόητο επίσης ότι οποιοσδήποτε εκτίθεται, καθίσταται αντικείμενο δημόσιας κριτικής. Όπως αυτονόητο είναι ότι πάντοτε θα γίνουν και λάθη απέναντι στα οποία πρέπει να είμαστε όλοι επιεικείς, αλλά θέλουμε να ακούσουμε κάποτε κι ένα mea culpa. Δεν κάνει κακό, ίσα - ίσα, είναι η πιο έντιμη πράξη που μπορεί να ακολουθήσει ένα σφάλμα.
Δεν βρίσκω το λόγο για τον οποίο θα πρέπει να αναγνωρίσουμε άλλης μιας μορφής "ασυλία" στους καλλιτέχνες, όταν αυτοί, χωρίς πια τα εργαλεία που τους παρέχει η τέχνη τους, κάνουν άστοχες, προσβλητικές ή και επικίνδυνες δηλώσεις. Η λογική του "τρελού του χωριού" που μπορεί να λέει ότι θέλει και οι υπόλοιποι απλώς να τον αγνοούν ή να του χτυπούν την πλάτη με κατανόηση στο πρόβλημά του δεν νομίζω ότι τιμά τους πνευματικούς ανθρώπους που βγαίνοντας από το καλλιτεχνικό τους εργαστήριο αποφασίζουν να μιλήσουν με τους κανόνες της διαλεκτικής του δημόσιου λόγου. Οι "ασυλίες" περισσεύουν πια, κάποτε πρέπει να μιλήσουμε και για δημόσια λογοδοσία, για ανάληψη ευθύνης και για δηλώσεις συγγνώμης. Το να συντηρήσουμε τη μεταμοντέρνα λογική ότι κάποιος "κάνει τέχνη" σε οποιαδήποτε πράξη του στον δημόσιο βίο οδηγεί σε μια ατελέσφορη αναγνώριση άλλης μιας ελίτ, ενός ακόμη ιερατείου με τους δικούς του θεολόγους, τις δικές του γραφές, αλλά που διεκδικεί ως ποίμνιο το σύνολο της κοινής γνώμης που απλόχερα θα του προσφέρουν τα ορεξάτα μέσα ενημέρωσης.
Ούτε θεωρώ ότι πρέπει να μένουμε απαθείς όταν ένας τέτοιος άστοχος λόγος συντηρεί μια λογική "εύκολης" τοποθέτησης για σύνθετα ζητήματα, τα οποία αποτελούν αντικείμενο και ύλη επιστημονικών κλάδων, καθώς μια τέτοια ανεύθυνη ρητορική ενισχύει την αντίληψη ότι τα μεγάλα προβλήματα μπορούν να λυθούν με μαγικές λύσεις και την επιφοίτηση από εξωλογικές οντότητες, χωρίς να χρειαζόμαστε την ειδική επεξεργασία, την σοβαρή μελέτη, την επικοινωνιακή ψυχραιμία και την υπεύθυνη εξέτασή τους με τα εκλεπτυσμένα εργαλεία που απαιτεί ένα ευρύτερο ζήτημα κοινωνικής παθογένειας. Ο ανεύθυνος κι ασυνάρτητος καλλιτέχνης που χαϊδεύει την ελαφρότητα, το ναίφ και τον λαϊκισμό πρέπει να στιγματίζεται και ο λόγος του να απομονώνεται και να επισημαίνεται ως ανεπαρκής, αντιλειτουργικός και επιζήμιος.
Είναι κλασικός ο φόβος των "οπαδών" διαφόρων εν ζωή καλλιτεχνών, ότι αν τους γνωρίσουν από κοντά ή αν τους παρακολουθήσουν πέρα από το πλαίσιο της τέχνης τους, θα απογοητευθούν. Η καθημερινότητα του καλλιτέχνη είναι μια αποκαθήλωση για το κοινό του. Μια αποκαθήλωση για την οποία τελευταία φροντίζουν ορισμένοι καλλιτέχνες από μόνοι τους, συμπαρασύροντας τελικά όμως μάλλον και το ίδιο το έργο τους. Είναι μια περίπτωση πνευματικής αυτοκτονίας.
Η τέχνη είναι για τους πλούσιους ξυπνάτε και σε αυτούς μια χαρά διασκέδαση προσφέρουν, καλλιτέχνες και πρασσειν αλογα, άσε μας ρε μεγάλε νυχτιάτικα... ξυπνάτε το κέρατο μου και σταματήστε να ρίχνετε το φταιξιμο γύρω σας..... αμε τε και στο διάολο κουφάλες
ΑπάντησηΔιαγραφή