του Νικόλα Κοσματόπουλου
Το 1651, καταμεσής της αναμπουμπούλας ενός φρικτού εμφυλίου στην Αγγλία, ένας φιλόσοφος έγραψε μια πολιτική πραγματεία που έμελλε να μας ακολουθεί μέχρι σήμερα. Ο Τόμας Χομπς, σοκαρισμένος από τα αιματηρά γεγονότα που σημάδεψαν τη διαμάχη μεταξύ μοναρχίας και κοινοβουλίου, βρήκε στο πρόσωπο του βιβλικού τέρατος Λεβιάθαν την λύση προς μια ειρηνική κοινωνία. Στο εξώφυλλο του βιβλίου ο Λεβιάθαν απεικονιζόταν ως ένας υπερμεγέθης γίγαντας που ορθώνεται πάνω από την πολιτεία των ανθρώπων κρατώντας το σπαθί στο δεξί του χέρι και την τιάρα στο αριστερό. Για τον Χομπς, η συμμαχία των δύο εξουσιών (πολιτική-εκκλησιαστική) θα εγγυόταν την κοινωνική ειρήνη υπεράνω ενός ανθρώπινου είδους που χαρακτηριζόταν από πρωτόγονα ένστικτα και ανικανότητα άμεσης διακυβέρνησης. Από τότε, ο Λεβιάθαν συμβολίζει την έννοια του κοινωνικού συμβολαίου, της «οικειοθελούς» συμφωνίας μεταξύ των πολιτών να παραχωρήσουν μέρος της ελευθερίας τους στην εξουσία για το καλό του συνόλου. Στην Χομπσιανή ουτοπία, το τέρας συμβόλιζε το φόβητρο πάνω στο οποίο θα εκβιαζόταν η υπόσχεση της κοινωνικής αλληλεγγύης. Για πολλούς, το τέρας του Χομπς είναι ακόμα μαζί μας, ενώ η υπόσχεση όχι.
Το 2011, καταμεσής μιας παγωμάρας ενός καλυμμένου εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα, ένας πολιτικός γράφει καθημερινά ιστορία, ενσαρκώνοντας με τους πιο χαρακτηριστικούς τρόπους τον υπερμεγέθη γίγαντα που ρίχνει τη σκιά του πάνω από την πόλη. Κρατώντας το γκλομπ στο δεξί και την κουτάλα στο αριστερό, ο Θεόδωρος Πάγκαλος σηκώνει το ανάστημά (ή μάλλον το εκτόπισμα) μιας απονομιμοποιημένης από καιρό πολιτικής τάξης, στοχεύοντας στην ανα-νοηματοδότηση των όρων του κοινωνικού συμβολαίου, αλλά και των όποιων ιδανικών περί κοινωνικής ειρήνης κι αλληλλεγύης. Τριακόσια εξήντα χρόνια μετά την δημοσίευση της πραγματείας του Χομπς, ο Πάγκαλος θα μπορούσε κάλλιστα να ειδωθεί ως η νεοελληνική μετεξέλιξη του μετα-μεσαιωνικού κέλτικου τέρατος. Αυτή η κρίσιμη διαπίστωση θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί ο Πάγκαλος είναι για τον νεο-έλληνα ό,τι υπήρξε ο Θεός για τον Βολταίρο, με άλλα λόγια αν δεν υπήρχε ο Πάγκαλος, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε.
Στη βάση αυτού του αφαιρετικού αφορισμού βρίσκεται η πεποίθηση πως μετά τον Χόμπς και τον Λεβιάθαν, η γνωστή λαική ρήση οφείλει να προσαρμοστεί και να γίνει ως εξής ο κάθε λαός έχει το τέρας που (δεν) του αξίζει. Αν λοιπόν πιθανές απαντήσεις στο δύσκολο ερώτημα γιατί οι Ιταλοί και οι Γάλλοι εκλέγουν Μπερλουσκόνι και Σαρκοζί αντίστοιχα είναι οι σχετικά πετυχημένες προσπάθειες ενός κρετίνου μεγιστάνα να ταυτίσει τις επιδόσεις του φαρμακευτικού του λίμπιντο με τις τύχες ενός ολόκληρου λαού και ενός κομπλεξικού σωβινιστή να πείσει πως ο γάμος με μια κουκλάρα ηθοποιό τον κάνει ταυτόχρονα συμπαθητικό και ενδιαφέρον τύπο, στην Ελλάδα η επιβλητική περσόνα του Πάγκαλου τείνει να λιώσει τις αντιστάσεις μιας κοινωνίας κάτω από το υπέρτατο βάρος των γενικευμένων κατηγοριών περι μαζικής, αχαλίνωτης (και αντι-αισθητικής) μάσας. Αν στην Ιταλία ο Λεβιάθαν μοιάζει με μια πλαστική κούκλα παραμορφωμένη από τα βιάγκρα και τις χειρουργικές επεμβάσεις, στην Ελλάδα ο Λεβιάθαν προβάλλει ως η ίδια κούκλα παραφουσκωμένη από τα κοψίδια και τις υπεροπτικές παρεμβάσεις.
Ως δυσκίνητος γίγαντας, ο Πάγκαλος κραδαίνει την κουτάλα-γκλομπ στους βάρβαρους ιθαγενείς και κομίζει το νέο προτεινόμενο κοινωνικό συμβόλαιο στην Ελλάδα. Η τρόικα είναι υπαρκτή, αλλά μόνο μέσω του παγκαλιανού μαντείου γίνεται μεταφράσιμη στο τοπικό ιδίωμα. Ως ενσάρκωση της νέας κοινωνικής συν(εν)οχής, η εποχή της Παγκαλιάδας διαδέχτηκε την εποχή της Ολυμπιάδας αφού πρώτα κληρονόμησε από αυτήν πολλά χαρακτηριστικά, τα οποία όμως έχουν λάβει κυριολεκτικά τερατώδεις διαστάσεις εν καιρώ μνημονίου.
Ως μία τρανταχτή διαφορά μεταξύ των δύο εποχών είναι η αλλαγή απέναντι στην επονομαζόμενη κουτοπονηριά σε σχέση με διεθνείς και δήθεν επιτυχίες της χώρας. Ενώ στην εποχή της Ολυμπιάδας, η κατάκτηση του Ευρώ με κατενάτσιο, της Γιουροβιζιον με εθνο-κιτς και των χρυσών μεταλλίων με ενέσεις θεωρήθηκαν επιτυχίες εκπορευόμενες από την εθνική πονηρία και μαγκιά, στην εποχή της Παγκαλιάδας κάθε προσπάθεια συλλογικής ονειροπόλησης στιγματίζεται ως μαζική κουταμάρα κι αφέλεια. Ως εμβληματικές για κάθε εποχή αντηχούν από τη μιά η διθυραμβική ιαχή εθνικής ψευτομαγκιάς «δεν θα γίνεις έλληνας ποτέ, αλβανέ αλβανέ» και από την άλλη το κάλεσμα για μαζική ψυχανάλυση και αυτομαστίγωμα εκφρασμένο στο ενδελεχές απόσταγμα πολιτκής ανάλυσης «ολοι μαζί τα φάγαμε».
Όπως είναι φανερό και από αυτό το παράδειγμα, οι συνήθεις προτεινόμενοι όροι «μετα-μεταπολίτευση» και «νεο-μεταπολίτευση» δεν μπορούν να αποδώσουν στην ολότητά τους τα χαρακτηριστικά της νέας εποχής, καθότι περιορίζονται σε αναλύσεις τυπικών πολιτικών διαδικασιών, ενώ εδώ έχει συντελεστεί μια αλλαγή που έχει βαρύνουσες ιστορικές, αισθητικές, και ηθικές διαστάσεις. Σε αντίθεση με τις ρηχές και άψυχες ταμπέλες, προτείνω να ονομαστεί η τωρινή περίοδος «εποχή της Παγκαλιάδας». Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για αυτό.
Ιστορικά, το ίδιο το Παγκαλιανό γενεαλογικό δέντρο φανερώνει την εξέλιξη της υφής της πολιτικής εξουσίας στην Ελλάδα. Ενώ ο παππούς του κυβέρνησε την χώρα ως δικτάτορας με σιδηρά πυγμή στέλνοντας μαζικά κόσμο στα μακρονήσια και τις φυλακές, ο εγγονός στέλνει κόσμο είτε στα εξομολογητήρια είτε στα ινστιτούτα αδυνατίσματος, όπου και αυτομαστιγώνονται μαζικά από μόνοι τους. Έτσι γλιτώνει ο κρατικός προυπολογισμός τα έξοδα για πληρωμένους βασανιστές και η δημοκρατία τα προβλήματα με απλήρωτους μισθωτούς.
Αισθητικά, ο στόμας του Πάγκαλου (πασχίζει να) απεικονίζει με τον πιο γλαφυρό τρόπο την πολιτική κουλτούρα του μεσοαστού νεο-έλληνα. Ανοίγει συνήθως είτε για να καταβροχθίσει κοψίδια με φίλους είτε για να εκτοξεύσει μπινελίκια ως απάντηση σε οποιοδήποτε επιχείρημα είτε για να εκστομίσει άναρθρες κραυγές απέναντι σε κάθε ανήμπορο να αντιδράσει κακομοίρη (βλ. μετανάστες). Πολλές φορές δε, αυτές οι ενέργειες γίνονται απολύτως ταυτόχρονα, πράγμα που δυσκολεύει αφάνταστα την όποια διάκριση μεταξύ ρεψίματος, μπινελικίου και πολιτικής θέσης.
Ηθικά τέλος, η κοιλιά του Πάγκαλου ενσωματώνει τόσο τα περασμένα μαζικά κρίματα ενός ολόκληρου λαού όσο και τη βάση οποιασδήποτε επερχόμενης κάθαρσης. Στην κοιλιά του Πάγκαλου οι γενικευμένες τύψεις συναντούν τα υπέρογκα χρέη, η λαιμαργία την αμαρτία, ο τέντζερης το καπάκι, ο κλέφτης το νοικοκύρη κι ο κάθε κατεργάρης τον πάγκο του. Η κοιλιά του Πάγκαλου είναι για τον νεοέλληνα ό,τι ήταν ο κήπος της Εδέμ για τους πρωτόπλαστους. Το μέρος που συμβόλιζε την αφθονία μέχρι να σκάσει μύτη ο όφις με το μήλο, ο φανταστικός τόπος δηλαδή πάνω στον οποίο στήθηκε όλη η ηθική ηγεμονία μιας θρησκείας βασισμένης στην υπόσχεση της αφθονίας με μόνη προυπόθεση την τυφλή υπακοή. Καλώς ή κακώς όμως, η Εύα δάγκωσε το μήλο. Με άλλα λόγια, ο Πάγκαλος δεν υπάρχει, είναι απλό δημιούργημα των καιρών, είναι το νεοελληνικό τέρας του Λοχνές, που φανερώνεται μόνο σε αυτούς που πιστεύουν σε αυτό. Για όλους τους υπόλοιπους, η αληθινή ιστορία είναι πως η Εύα δάγκωσε τον Λεβιάθαν και πως αυτός πέθανε από γάγγραινα… Κι έγινε το λίπασμα πάνω στο οποίο βλάστησε ο παράδεισος…
(από τον "ΠαραλληλοΓράφο")
Το 2011, καταμεσής μιας παγωμάρας ενός καλυμμένου εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα, ένας πολιτικός γράφει καθημερινά ιστορία, ενσαρκώνοντας με τους πιο χαρακτηριστικούς τρόπους τον υπερμεγέθη γίγαντα που ρίχνει τη σκιά του πάνω από την πόλη. Κρατώντας το γκλομπ στο δεξί και την κουτάλα στο αριστερό, ο Θεόδωρος Πάγκαλος σηκώνει το ανάστημά (ή μάλλον το εκτόπισμα) μιας απονομιμοποιημένης από καιρό πολιτικής τάξης, στοχεύοντας στην ανα-νοηματοδότηση των όρων του κοινωνικού συμβολαίου, αλλά και των όποιων ιδανικών περί κοινωνικής ειρήνης κι αλληλλεγύης. Τριακόσια εξήντα χρόνια μετά την δημοσίευση της πραγματείας του Χομπς, ο Πάγκαλος θα μπορούσε κάλλιστα να ειδωθεί ως η νεοελληνική μετεξέλιξη του μετα-μεσαιωνικού κέλτικου τέρατος. Αυτή η κρίσιμη διαπίστωση θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί ο Πάγκαλος είναι για τον νεο-έλληνα ό,τι υπήρξε ο Θεός για τον Βολταίρο, με άλλα λόγια αν δεν υπήρχε ο Πάγκαλος, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε.
Στη βάση αυτού του αφαιρετικού αφορισμού βρίσκεται η πεποίθηση πως μετά τον Χόμπς και τον Λεβιάθαν, η γνωστή λαική ρήση οφείλει να προσαρμοστεί και να γίνει ως εξής ο κάθε λαός έχει το τέρας που (δεν) του αξίζει. Αν λοιπόν πιθανές απαντήσεις στο δύσκολο ερώτημα γιατί οι Ιταλοί και οι Γάλλοι εκλέγουν Μπερλουσκόνι και Σαρκοζί αντίστοιχα είναι οι σχετικά πετυχημένες προσπάθειες ενός κρετίνου μεγιστάνα να ταυτίσει τις επιδόσεις του φαρμακευτικού του λίμπιντο με τις τύχες ενός ολόκληρου λαού και ενός κομπλεξικού σωβινιστή να πείσει πως ο γάμος με μια κουκλάρα ηθοποιό τον κάνει ταυτόχρονα συμπαθητικό και ενδιαφέρον τύπο, στην Ελλάδα η επιβλητική περσόνα του Πάγκαλου τείνει να λιώσει τις αντιστάσεις μιας κοινωνίας κάτω από το υπέρτατο βάρος των γενικευμένων κατηγοριών περι μαζικής, αχαλίνωτης (και αντι-αισθητικής) μάσας. Αν στην Ιταλία ο Λεβιάθαν μοιάζει με μια πλαστική κούκλα παραμορφωμένη από τα βιάγκρα και τις χειρουργικές επεμβάσεις, στην Ελλάδα ο Λεβιάθαν προβάλλει ως η ίδια κούκλα παραφουσκωμένη από τα κοψίδια και τις υπεροπτικές παρεμβάσεις.
Ως δυσκίνητος γίγαντας, ο Πάγκαλος κραδαίνει την κουτάλα-γκλομπ στους βάρβαρους ιθαγενείς και κομίζει το νέο προτεινόμενο κοινωνικό συμβόλαιο στην Ελλάδα. Η τρόικα είναι υπαρκτή, αλλά μόνο μέσω του παγκαλιανού μαντείου γίνεται μεταφράσιμη στο τοπικό ιδίωμα. Ως ενσάρκωση της νέας κοινωνικής συν(εν)οχής, η εποχή της Παγκαλιάδας διαδέχτηκε την εποχή της Ολυμπιάδας αφού πρώτα κληρονόμησε από αυτήν πολλά χαρακτηριστικά, τα οποία όμως έχουν λάβει κυριολεκτικά τερατώδεις διαστάσεις εν καιρώ μνημονίου.
Ως μία τρανταχτή διαφορά μεταξύ των δύο εποχών είναι η αλλαγή απέναντι στην επονομαζόμενη κουτοπονηριά σε σχέση με διεθνείς και δήθεν επιτυχίες της χώρας. Ενώ στην εποχή της Ολυμπιάδας, η κατάκτηση του Ευρώ με κατενάτσιο, της Γιουροβιζιον με εθνο-κιτς και των χρυσών μεταλλίων με ενέσεις θεωρήθηκαν επιτυχίες εκπορευόμενες από την εθνική πονηρία και μαγκιά, στην εποχή της Παγκαλιάδας κάθε προσπάθεια συλλογικής ονειροπόλησης στιγματίζεται ως μαζική κουταμάρα κι αφέλεια. Ως εμβληματικές για κάθε εποχή αντηχούν από τη μιά η διθυραμβική ιαχή εθνικής ψευτομαγκιάς «δεν θα γίνεις έλληνας ποτέ, αλβανέ αλβανέ» και από την άλλη το κάλεσμα για μαζική ψυχανάλυση και αυτομαστίγωμα εκφρασμένο στο ενδελεχές απόσταγμα πολιτκής ανάλυσης «ολοι μαζί τα φάγαμε».
Όπως είναι φανερό και από αυτό το παράδειγμα, οι συνήθεις προτεινόμενοι όροι «μετα-μεταπολίτευση» και «νεο-μεταπολίτευση» δεν μπορούν να αποδώσουν στην ολότητά τους τα χαρακτηριστικά της νέας εποχής, καθότι περιορίζονται σε αναλύσεις τυπικών πολιτικών διαδικασιών, ενώ εδώ έχει συντελεστεί μια αλλαγή που έχει βαρύνουσες ιστορικές, αισθητικές, και ηθικές διαστάσεις. Σε αντίθεση με τις ρηχές και άψυχες ταμπέλες, προτείνω να ονομαστεί η τωρινή περίοδος «εποχή της Παγκαλιάδας». Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για αυτό.
Ιστορικά, το ίδιο το Παγκαλιανό γενεαλογικό δέντρο φανερώνει την εξέλιξη της υφής της πολιτικής εξουσίας στην Ελλάδα. Ενώ ο παππούς του κυβέρνησε την χώρα ως δικτάτορας με σιδηρά πυγμή στέλνοντας μαζικά κόσμο στα μακρονήσια και τις φυλακές, ο εγγονός στέλνει κόσμο είτε στα εξομολογητήρια είτε στα ινστιτούτα αδυνατίσματος, όπου και αυτομαστιγώνονται μαζικά από μόνοι τους. Έτσι γλιτώνει ο κρατικός προυπολογισμός τα έξοδα για πληρωμένους βασανιστές και η δημοκρατία τα προβλήματα με απλήρωτους μισθωτούς.
Αισθητικά, ο στόμας του Πάγκαλου (πασχίζει να) απεικονίζει με τον πιο γλαφυρό τρόπο την πολιτική κουλτούρα του μεσοαστού νεο-έλληνα. Ανοίγει συνήθως είτε για να καταβροχθίσει κοψίδια με φίλους είτε για να εκτοξεύσει μπινελίκια ως απάντηση σε οποιοδήποτε επιχείρημα είτε για να εκστομίσει άναρθρες κραυγές απέναντι σε κάθε ανήμπορο να αντιδράσει κακομοίρη (βλ. μετανάστες). Πολλές φορές δε, αυτές οι ενέργειες γίνονται απολύτως ταυτόχρονα, πράγμα που δυσκολεύει αφάνταστα την όποια διάκριση μεταξύ ρεψίματος, μπινελικίου και πολιτικής θέσης.
Ηθικά τέλος, η κοιλιά του Πάγκαλου ενσωματώνει τόσο τα περασμένα μαζικά κρίματα ενός ολόκληρου λαού όσο και τη βάση οποιασδήποτε επερχόμενης κάθαρσης. Στην κοιλιά του Πάγκαλου οι γενικευμένες τύψεις συναντούν τα υπέρογκα χρέη, η λαιμαργία την αμαρτία, ο τέντζερης το καπάκι, ο κλέφτης το νοικοκύρη κι ο κάθε κατεργάρης τον πάγκο του. Η κοιλιά του Πάγκαλου είναι για τον νεοέλληνα ό,τι ήταν ο κήπος της Εδέμ για τους πρωτόπλαστους. Το μέρος που συμβόλιζε την αφθονία μέχρι να σκάσει μύτη ο όφις με το μήλο, ο φανταστικός τόπος δηλαδή πάνω στον οποίο στήθηκε όλη η ηθική ηγεμονία μιας θρησκείας βασισμένης στην υπόσχεση της αφθονίας με μόνη προυπόθεση την τυφλή υπακοή. Καλώς ή κακώς όμως, η Εύα δάγκωσε το μήλο. Με άλλα λόγια, ο Πάγκαλος δεν υπάρχει, είναι απλό δημιούργημα των καιρών, είναι το νεοελληνικό τέρας του Λοχνές, που φανερώνεται μόνο σε αυτούς που πιστεύουν σε αυτό. Για όλους τους υπόλοιπους, η αληθινή ιστορία είναι πως η Εύα δάγκωσε τον Λεβιάθαν και πως αυτός πέθανε από γάγγραινα… Κι έγινε το λίπασμα πάνω στο οποίο βλάστησε ο παράδεισος…
(από τον "ΠαραλληλοΓράφο")
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου