Σάββατο 28 Μαΐου 2011

«Δενφταιωκρατία» και «Εσυφταιγωισμός»


Πώς η θεωρία της μηδενικής ευθύνης για τον λαό, 
τον απαξιώνει και τον προσβάλλει αντί να τον υπερασπιστεί


του Νίκου Ζαχαριάδη 

Από τη μια βρίσκεται ο Μάνος Κατράκης και ο Σπύρος Καλογήρου με το μονόκλ ως αδίστακτοι πλοιοκτήτες Ρίχτερ (προφανώς γερμανικής καταγωγής) και από την άλλη ο Κούρκουλος που τους καταγγέλει επειδή πίεζαν για «κι άλλο κάρβουνο» με αποτέλεσμα να σκάσουν τα καζάνια. 

Στην πραγματικότητα αυτή η εικόνα έχει συνοψίσει τόμους πολιτικής επιστήμης σε μια απλή εθνική κοσμοθεωρία που επαναλαμβάνεται συνέχεια σε ατέλειωτες εκδοχές: Εμείς οι «αθώοι» και οι άλλοι «ένοχοι». Από εδώ τα «Ελ» και από την άλλη τα «Νεφελίμ». Από εδώ το «Γαλατικό Χωριό» και από την άλλη οι «Ρωμαίοι Λεγεωνάριοι». Και  το καλό με αυτή την κοσμοθεωρία, είναι ότι δεν έχουν μεγάλη σημασία οι λεπτομέρειες. Ο καθένας μπορεί να την καταλάβει με μεγάλη ευκολία. Kαι να πάρει το μέρος του ηρωικού Κούρκουλου χωρίς το παραμικρό κόστος. 

Είναι προφανές ότι σ’ αυτή την κρίση, συγκρούονται για άλλη μια φορά οι δύο βασικές κοσμοθεωρίες, κάτω από νέο αμπαλάζ: Από την μια η θεωρία της «Μηδενικής Ευθύνης» (ή «Δενφταιωκρατία») κι από την άλλη η θεωρία του «Μαζί τα Φάγαμε» (ή «Εσυφταιγωισμού»).

Σύμφωνα με την θεωρία της «Μηδενικής Ευθύνης», ο «Λαός» διαχωρίζεται από τους Πολιτικούς του και η Ψήφος του διαχωρίζεται από την Ευθύνη. Δηλαδή, δεν φταίει ο αθώος λαός, αλλά οι πολιτικοί που τον διεφθειραν. Ο λαός δεν ήξερε τίποτα και οι πολιτικοί που τα ξέρουν όλα, δεν τον προστάτευσαν. 

Δηλαδή αν κάποιος σου προσφέρει μια θέση αργομισθίας ή μια θέση τσάτσου, δεν φταις εσύ που την πήρες. Φταίει αυτός που στην προσέφερε, εκμαυλίζοντάς σε. Γιατί αν δεν σου την είχε προσφέρει, θα είχες θέσει κι εσύ τον εαυτό σου στην υπηρεσία της ανάπτυξης παίρνοντας πρωτοβουλίες, αντί να πέφτεις θύμα του πελατειακού κράτους. 

Η άλλη κοσμοθεωρία, είναι η κοσμοθεωρία της αμοιβαίας ευθύνης. Του «δεν είμαστε αθώοι». Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της, αν πάρεις μια θέση αργομισθίας ή μια θέση Τσάτσου, οταν δεχθείς μια προνομιακή μεταχείρηση, έχεις την ευθύνη αυτής της αποδοχής. Είναι κατι σαν το νόμο που ορίζει πως αυτός που αποδέχεται προϊόντα εγκλήματος, είναι επίσης υπόλογος. Όχι στον ίδιο βαθμό με αυτόν που το έκανε, αλλά έχεις κι εσύ ένα μέρος της ευθύνης. Με άλλα λόγια δεν γίνεται δεκτό το επιχείρημα «δεν ήξερα». Δηλαδή, δεν υπάρχει αθώωση λόγω άγνοιας.

Το μόνο παράδοξο είναι ότι από αυτές τις δύο κοσμοθεωρίες, εκείνη που υποστηρίζει ότι «ο λαός δεν έχει καμμία ευθύνη αλλά όλη η ευθύνη βαραίνει τους πολιτικούς και τα λαμόγια που τον παρέσυραν και τον «δωροδόκησαν», φέρεται ως η πιο φιλολαϊκή! Αντίθετα, η θεωρία που υποστηρίζει ότι και αυτός που διορίζεται και αυτός που διασπαθίζει το ελάχιστο χρήμα που το προσφέρουν οι φίλοι του οι πολιτικοί, έχει ευθύνη, θεωρείται η αντιλαϊκή. Θεωρέιται η ελιτίστικη! 

Όμως στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Το να μην αναγνωρίζεις ευθύνη στον απλό λαό για τις πράξεις του, είναι σα να τον θεωρείς ένα «ανήλικο» που δεν καταλαβαίνει τίποτα; Ένα ανοϊκό ον που ακολουθεί ό,τι του λένε και αθωώνεται πάντα λόγω «ευήθειας»; Αυτό δεν προσβάλλει τον λαό περισσότερο; Δεν είναι το ίδιο προσβλητικό με το να τον αποκαλείς ζώο που πέφτει θύμα της προπαγάνδας των καναλιών; Και όταν τον υποτιμάς έτσι, στην πραγματικότητα δεν προλειαίνεις το έδαφος για κάποιον που θα τον καθοδηγήσει σωστά! 

Όταν με άλλα λόγια, αποκαλείς τον λαό ανεύθυνο πλάσμα που δεν καταλάβαινε ότι το να τον διορίζουν χαριστικά είναι κακό και που πέφτει απλώς θύμα της γοητείας των επιτήδειων πολιτικών και των media, στην πραγματικότητα τον παγιδεύεις εξίσου. Του προσφερεις μεν την αθώωση λόγω βλακείας, αλλά ταυτόχρονα του δείχνεις ότι έχει ανάγκη χειραγώγησης, γιατί έχει το ακαταλόγιστο και δεν είναι ικανός να αποφασίσει μόνος του. 

Αντιθετα, όταν λες ότι ο λαός έχει ευθύνη όταν διορίζεται σε μια θέση αργομισθίας, στην πραγματικότητα αναγνωρίζεις την νοημοσύνη του. Στην πραγματικότητα δηλαδή, η θεωρία της ανευθυνότητας, αντιμετωπίζει τον λαό σαν ηλίθιο και η δεύτερη σαν συνένοχο. Μόνο που όταν τον θεωρείς συνένοχο, στην πραγματικότητα αναγνωρίζεις επίσης την δυνατότητα βελτίωσης. Ενώ όταν τον θεωρείς ηλίθιο, είναι σα να του πουλάς «αθώωση», όπως οι άλλοι του πουλάνε διορισμούς για να τον θαμπώσεις. Με άλλα λόγια να του αλλάξεις απλώς «χειραγωγούς» που πάλι θα αποφασίζουν για λογαριασμό του. Να περάσει από την επήρεια της παλιάς άρχουσας Ελιτ στην προπαγάνδα της καινούριας. 

Εξάλλου, όταν αναγνωριζεις την πλήρη ανευθυνότητα για τα δεινά σε κάποιον, υποκρύπτεται και άλλη μια παγίδα: Τον απαλλάσσεις και από τις ευθύνες για ό,τι καλό κάνει. Δεν του αναγνωρίζεις μερίδιο ούτε σε αυτά που έχει πετύχει. Δηλαδή και αυτά κάποιοι άλλοι τα κάναν για λογαριασμό του. (Και extra bonus κίνδυνος: Αν φταίει μόνο ο «διαφθορέας» και όχι ο «διαφθειρόμενος», τότε τι εμποδίζει τον Τάσο Μαντέλη να ισχυριστεί ότι δεν φταίει αυτός αλλά οι «κακοί» της Siemens;). 

Από την άλλη βέβαια και η θεωρία του «Μαζί τα φάγαμε», υποκρύπτει μια εξίσου ύπουλη παγίδα: Το «περασμένα, ξεχασμένα». Το αφού φταίμε όλοι, δεν φταίει κανείς, άρα μεγάλε μην την ψάχνεις για τιμωρία και απόδοση ευθυνών». Είναι σα να λέει ότι οι αδίστακτοι πλοιοκτήτες Ρίχτερ και οι Κούρκουλοι, βρίσκονται στο ίδιο στρατόπεδο και θα μοιράζονταν τον ναύλο εξίσου. 

Φυσικά σημασία δεν έχει ποιά από τις δύο κοσμοθεωρίες είναι η σωστή, αλλά ότι κάθε γνώμη που εκφράζεται δημόσια, δεν μπορεί παρά να ανήκει, φανερά ή συγκεκαλυμμένα, σε μια από τις δύο αυτές πλευρές. Ή θα είσαι με αυτούς ή με τους άλλους. Γιατί έτσι γίνεται σε συνθήκες πολέμου. Οι αφορισμοί είναι πιο εύκολοι από την λογική. Και δεν χωράνε «γκρίζες περιοχές» και οι δεύτερες σκέψεις ισοδυναμούν με προδοσία. 

Μόνο που όπως συμβαίνει σε κάθε πόλεμο, έτσι και σε αυτόν, εκείνος που βγαίνει στην πραγματικότητα νικητής, δεν είναι κάποια πλευρά από τις δύο, αλλά αυτοί που πουλάνε τα (ιδεολογικά) πολεμοφόδια. Και sorry, αυτοί είναι οι μόνοι που τους συμφέρει
πραγματικά να υπάρχουν ανα πάσα στιγμή συνθήκες πολέμου ανάμεσα σε δύο στεγανές κοσμοθεωρίες. 

ΥΓ.: Και στο κάτω-κάτω, μόνο στις συνθήκες πολέμου ενός Γαλατικού Χωριού, μπορεί να γίνει αποδεκτή η απαίτηση «Όχι, δεν θα τραγουδήσεις που όλο και περισσότερο επικρατεί με τη μορφή προπηλακισμών στη σύγχρονη Ελλάδα.»